Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

Δημήτερος ἀκτήν

См. также в других словарях:

  • ακτή — Ζώνη ξηράς, που βρίσκεται στο όριο επαφής μεταξύ στεριάς και υδάτινων, ωκεάνιων ή θαλάσσιων μαζών. Οι α. δεν αποτελούν ένα γραμμικό όριο μεταξύ των δύο στοιχείων, αλλά τη ζώνη της αμοιβαίας επίδρασής τους και κυρίως του νερού πάνω στη στεριά… …   Dictionary of Greek

  • εκτελής — ἐκτελής, ές (Α) 1. τέλειος, τελειωμένος («τὰ δ ἀγάθ ἐκτελῆ γενέσθαι», Αισχ.) 2. α) (για σιτηρά) ώριμος («εὔχεσθαι δὲ ἐκτελέα βρίθειν Δημήτερος ἱερὸν ἀκτήν», Ησίοδ.) β) (για πρόσ.) «ἤδη πεφυκότ ἐκτελῆ νεανίαν» που είναι πλέον ώριμος νέος, Ευριπ.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»